Η απόλυτη έμπνευση: Ποδήλατο στον Όλυμπο
Πριν από 25 χρόνια, το υψηλότερο βουνό της Ελλάδας είδε την πρώτη του ποδηλατική ανάβαση.
Κείμενο: Gerhard Czerner
Φώτο: Martin Bissig
Δεν έχω ιδέα γιατί ο Δίας και οι άλλοι έντεκα Θεοί «φίλοι» του επέλεξαν να κατοικούν εδώ πάνω από τα τόσα άλλα μέρη. Ο παγωμένος άνεμος φυσάει σε ολόκληρη τη βραχώδη «έρημο» της κορυφής του Ολύμπου με τέτοια δύναμη που το τζάκετ μου μόλις μπορεί να μείνει στη θέση του. Αρκετά άβολα θα έλεγα για έναν θεό με σανδάλια κι έναν ελαφρύ, κυματιστό χιτώνα.

Ανατριχιάζω… Όλη νύχτα ριπές ανέμου διαπερνούσαν τα τοιχώματα της σκηνής μας. Ο φίλος μου ο Michael επίσης φαίνεται να μην έχει κοιμηθεί με όλο το θόρυβο από τον αέρα. Τα πρησμένα μάτια του εξετάζουν τον πρωινό ουρανό: όσο φτάνει το μάτι, δεν υπάρχει κανένα σύννεφο. Τελικά ο Δίας δε φαίνεται να είναι και πολύ θυμωμένος μαζί μας! Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο ίδιος κυνηγά τους ανεπιθύμητους επισκέπτες από την αυλή του με βροντές και αστραπές… Και όντως, είμαστε πολύ κοντά στο θρόνο του!
Διακοπές στις παραλίες της Ελλάδας είναι κάτι που μπορεί να κάνει ο καθένας. Σίγουρα όμως όχι αυτό που θέλαμε εμείς! Όντας ποδηλάτες mtb, επιλέξαμε φυσικά ένα βουνό. Όχι απλά ένα οποιοδήποτε βουνό, αλλά το ψηλότερο που έχει να προσφέρει η χώρα: τον Όλυμπο. Ο ύψους 2918 μέτρων ορεινός όγκος του υψώνεται στον ουρανό σαν ένα φρούριο πίσω από την ανατολική ακτή στα βόρεια της Ελλάδας. Ένα φρούριο με πολλές, σχεδόν του ίδιου ύψους κορυφές που σε καλούν να τις κατακτήσεις με το ποδήλατό σου …αν και δεν είμαστε οι Νο1 αναβάτες για να απαντήσουμε σε αυτό το κάλεσμα! Ήρθαμε βασιζόμενοι σε ένα άρθρο των Stefan Etzel και Christian Smolik που βρήκαμε κατά τη διάρκεια της έρευνάς μας στο ίντερνετ. Οι δυο Γερμανοί είχαν την περιπέτειά τους στον Όλυμπο το 1989. Διαβάζοντας κι εσείς το συγκεκριμένο άρθρο, θα δείτε σε πόσο αρχικό στάδιο ήταν η ορεινή ποδηλασία εκείνη την εποχή. Για παράδειγμα, για να μην πέσουν μπροστά πάνω από το πιρούνι τους κάθονταν επάνω στις σχάρες τους… Ναι, σωστά, όπως είπαμε και πριν, τα ποδήλατα είχαν σχάρες και δεν είχαν ανάρτηση τότε!
Ανυπομονούμε να δούμε πώς νιώθεις στα μονοπάτια που περιέγραφαν εκείνοι με την τεχνολογία του σήμερα. Αλλά μας χωρίζουν ακόμη αρκετά μέτρα ανηφόρας μέχρι να αρχίσει η κατάβαση… Επιπλέον, εμείς ακολουθούμε την αντίστροφη πορεία από εκείνη των δύο πρωτοπόρων Γερμανών. Δε θέλαμε να πάρουμε τον εύκολο δρόμο μέχρι την κορυφή, αλλά εκείνον που έδειχνε να είναι ο περισσότερο υποσχόμενος πάνω στο χάρτη. Ξεκινώντας από το Λιτόχωρο, δοκιμάσαμε τις δυνάμεις μας χτες μέχρι τα 2700μ. Το ογκώδες χαλίκι του μονοπατιού ήταν απίστευτα σκληρό και σύντομα ο άνεμος άρχισε να φυσά δυνατός και παγωμένος. Κάποιες ριπές μας έκαναν να ανησυχήσουμε ότι θα μας έριχναν στον γκρεμό. Για λόγους ασφαλείας κάθε τόσο κοιτούσα προς την κορυφή για να σιγουρευτώ ότι δε στεκόταν εκεί ο Δίας με τον κυματιστό χιτώνα του, πετώντας κεραυνούς στο δρόμο μας. Ήμασταν τυχεροί που δεν είχαμε καθόλου ογκώδεις αποσκευές στις πλάτες μας, τις οποίες ευτυχώς κουβαλούσαν τα συμπαθέστατα μουλάρια.
Αντί να ηρεμεί, ο άνεμος φαίνεται να συνεχίζει πιο «οργισμένος» από ποτέ σήμερα το πρωί. Μας παίρνει πολύ χρόνο να βάλουμε πάλι σκηνή κι εξοπλισμό στις τσάντες μας. Τελικά, καταφέρνουμε να τα στριμώξουμε και πιάνουμε ξανά το τιμόνι με ιδρωμένα χέρια για να συνεχίσουμε την ανάβασή μας. Μακριά βλέπουμε το στόχο μας: την κορυφή Σκολιό. Είναι επτά μέτρα χαμηλότερη από τον Μύτικα με τα 2918 μέτρα του, αλλά θεωρητικά μπορείς να την ανέβεις με το ποδήλατο. Το μονοπάτι, που έχει το πλάτος του τιμονιού, διασχίζει τη σχεδόν οριζόντια ανατολική όψη του Μύτικα. Βασικά, απλώς κυλάς κατά μήκος της διαδρομής, αλλά μια απρόσεκτη ταλάντευση θα σε ρίξει από το θρόνο των θεών, απευθείας στην κοιλάδα του Άδη. Προσπαθώ να φανταστώ πώς ο τρικέφαλος σκύλος της κόλασης θα μας ξεσκίσει, καθώς το μονοπάτι γίνεται όλο και πιο απότομο και πάει ζιγκ-ζαγκ μέχρι τη δυτική πλευρά του βουνού. Πρέπει να κατεβούμε και να κουβαλήσουμε τα ποδήλατά μας στον ώμο. Όπως ανεβαίνουμε με βαριά βήματα ακούγοντας το συριγμό του αέρα, κοιτάω κάτω και χαμογελάω: ποτέ δε θα περνούσε από το μυαλό μου να καβαλήσω το ποδήλατο και να κατέβω αυτό το μονοπάτι! Αυτοί οι τύποι είχαν πολλά κότσια τότε!
Επάνω στο Σκολιό, ο σταυρός της κορυφής μας υποδέχεται επιβλητικά σε μορφή οκτάγωνου, πέτρινου πυλώνα. Ένα βιβλίο είναι δεμένο πάνω του. Γυρνάμε τις σελίδες για να δούμε αν έχουν υπογράψει και άλλοι ποδηλάτες, αλλά ο άνεμος τραβά τόσο δυνατά τις σελίδες που αποφασίζουμε να το κλείσουμε. Ο Οκτώβριος ίσως να μην είναι ο καλύτερος μήνας για αυτή την περιοδεία, αλλά το θέμα σίγουρα αξίζει. Ποιος ξέρει αν θα έχεις μια τέτοια, απίστευτα καθαρή ατμόσφαιρα στο τέλος του καλοκαιριού… Αντίκρυ μας φαίνεται η βραχώδης πλευρά του Μύτικα. Ορθώνεται και αντιστέκεται στον άνεμο σαν ένα τεράστιο πανί φτιαγμένο από συμπαγή βράχο.
Πέρα στα δυτικά, η πίσω πλευρά των βουνών της Πίνδου αναδύεται από το έδαφος. Αυτή η τεράστια οροσειρά μήκους 250 χιλιομέτρων, φτάνει μέχρι τα σύνορα με την Αλβανία. Λύκοι, αρκούδες και λύγκες θεωρείται ότι ζουν ακόμη στα φυσικά, παρθένα δάση της. Αν κοιτάξεις στα ανατολικά, βλέπεις το Αιγαίο Πέλαγος να λαμπυρίζει σαν ασήμι στον ατέρμονο ορίζοντα. Όντως, η θάλασσα! Περάσαμε ωραία και ζεστά χτες εκεί προτού ξεκινήσουμε τη διαδρομή μας. Αλλά τώρα, μια κατάβαση μόλις 3000 μέτρων υψομετρικής διαφοράς μας χωρίζει από την παραλία. Ανεβαίνουμε πάλι στα ποδήλατά μας, κάπως άκαμπτοι και σκληροί στα πόδια από την πεζοπορία μες στο κρύο. Το χαλίκι στο έδαφος δε βοηθάει να έχεις την αίσθηση του ποδηλάτου και να βρεις ένα ρυθμό. Αλλά οι κινήσεις μας ελευθερώνονται και πάλι όταν καβαλάμε κάτω από τα τεράστια πέτρινα «πανιά» του Μύτικα. Η διασκέδαση επανέρχεται και μας προετοιμάζει ψυχολογικά για το υπόλοιπο της διαδρομής.
Οδηγώντας προς το Οροπέδιο των Μουσών περνάμε το Καταφύγιο του Σ.Ε.Ο. (Σύλλογος Ελλήνων Ορειβατών), ένα από τα τέσσερα ορεινά καταφύγια του Ολύμπου. Το λακωνικά επιπλωμένο πέτρινο οίκημα εντάσσεται αρμονικά στην κάπως γυμνή και ακατοίκητη πλευρά του βουνού. Καθόμαστε σε έναν από τους σκληρούς, γεμάτους γδαρσίματα ξύλινους πάγκους και παραγγέλνουμε έναν ελληνικό καφέ. Το παχύ, σκούρο καϊμάκι μας καίει μέχρι το λαιμό, στέλνοντας μικρές δόσεις ενέργειας στον εγκέφαλό μας. Φοβερό!
Καθώς κατηφορίζουμε «πετώντας» και περνάμε την ένδειξη των 2000 μέτρων, βουτάμε σε έναν πολύχρωμο καμβά, τόσο έντονο μετά τη μονοτονία των γκρίζων βράχων: η πυκνή ελληνική χλωρίδα του δάσους μας καλωσορίζει. Βέβαια, είχαμε ήδη εντυπωσιαστεί από το δάσος κατά την ανάβαση απλά επειδή δεν περιμέναμε να δούμε τέτοια βλάστηση στην Ελλάδα. Συνεχίζουμε την κατάβαση στο δασικό μονοπάτι και νιώθουμε μονάχα τον αέρα από την ταχύτητά μας. Ο αέρας γίνεται ξαφνικά πιο ζεστός. Κάναμε καλά που επιλέξαμε το Φθινόπωρο για αυτή την περιοδεία. Κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, ορδές πεζοπόρων και ορειβατών «καταλαμβάνουν» το βουνό. Σήμερα, συναντήσαμε μονάχα μια ομάδα Ελλήνων ορειβατών που μας σταμάτησαν γιατί ήθελαν να βγάλουμε μια φωτογραφία μαζί και στη συνέχεια, μας αποχαιρέτησαν με ένα «Καλό ταξίδι».