Μείωση του ορίου ταχύτητας στις περιοχές κατοικίας των ελληνικών πόλεων, μικρών και μεγάλων στα 30χλμ/ώρα
Ο πλανήτης απειλείται από την κλιματική κρίση. Απαιτείται μια γενναία πολιτική από τους Δήμους της Ελλάδας
Του Κώστα Κουκοδήμου, Δημάρχου Κατερίνης, Προέδρου της Επιτροπής Χωροταξίας, Υποδομών και Δικτύων της ΚΕΔΕ
Είναι επείγον να αρχίσει να μειώνεται ραγδαία η παραγωγή αερίων του θερμοκηπίου. Πρέπει οι πόλεις να αρχίσουν να λειτουργούν με λιγότερα αυτοκίνητα. Η ταχύτητά τους πρέπει επίσης να μειωθεί στο εσωτερικό των πόλεων για πολλούς λόγους.
Είναι αποδεδειγμένο ότι η ταχύτητα είναι απολύτως συνδεδεμένη με την ασφάλεια. Πράγματι, όσο μεγαλύτερη είναι η ταχύτητα τόσο περιορίζεται το οπτικό πεδίο του οδηγού και τόσο μεγαλύτερο είναι το μήκος που χρειάζεται ένα όχημα για να σταματήσει. Ο οδηγός όσο πιο πολύ τρέχει, τόσο λιγότερα βλέπει και τόσο δυσκολότερα ελέγχει τη δυναμική του οχήματος. Έρευνες επίσης έχουν αποδείξει ότι η πιθανότητα θανάτου πεζού είναι απόλυτα συναρτημένη με την ταχύτητα του οχήματος που θα τον κτυπήσει. Ειδικότερα η πιθανότητα αυτή αυξάνει εκθετικά από τα 30 χλμ/ώρα και πάνω.
Η ταχύτητα είναι επίσης απολύτως συνδεδεμένη με το μέγεθος της παραγωγής ρύπων και θορύβου των οποίων η επίδραση στην υγεία είναι πολύ σοβαρή. Η άμεση ή έμμεση επίπτωση λοιπόν της ταχύτητας στη ζωή είναι γνωστή. Αυτό που επίσης είναι αναμφισβήτητο είναι και η επίπτωσή της στην ποιότητα ζωής. Λόγω του κινδύνου από την ταχύτητα των οχημάτων κάποιες κατηγορίες πολιτών έχουν εκτοπιστεί από τη ζωή του δρόμου και εγκλωβιστεί στα διαμερίσματα. Οι κοινωνικές τους σχέσεις έχουν φτωχύνει, οι δε δραστηριότητες της γειτονιάς είναι για αυτούς πολύ δύσκολα επισκέψιμες.
Ανάγκη για αλλαγές
Στις κατηγορίες αυτές ανήκουν οι ανάπηροι, που σπάνια πια συναντώνται στους δημόσιους χώρους της ελληνικής πόλης, τα παιδιά, που δεν παίζουν πια στο δρόμο και όλο και λιγότερο πηγαίνουν με τα πόδια στο σχολείο, στερούμενα τη γνώση της γειτονιάς και των ανθρώπων της, αρκετοί ηλικιωμένοι, και φυσικά οι ποδηλάτες που είναι οι μετακινούμενοι με το χαμηλότερο κόστος και οι πιο φιλικοί απέναντι στους υπόλοιπους χρήστες του δρόμου.
Τους έχει αφαιρεθεί το δικαίωμα να μοιράζονται την πόλη ισότιμα με τους άλλους. Είναι ένα πρόβλημα δημοκρατίας αλλά και πολιτισμού, αφού ο δρόμος καταλήγει να γίνεται πεδίο κυριαρχίας του ισχυρότερου. Για τους τοπικούς δρόμους στις περιοχές κατοικίας, προτείνεται ως όριο ταχύτητας τα 30 χλμ/ώρα. Θα γίνουν έτσι δημόσιοι χώροι συνύπαρξης πεζών και οχημάτων.
Όριο ταχύτητας τα 30 χλμ./ώρα
Οι «τοπικοί δρόμοι» δεν παίζουν κάποιο ουσιαστικό κυκλοφοριακό ρόλο, παρά μόνο δίνουν τη δυνατότητα προσπέλασης στην κατοικία και στις άλλες συνοδευτικές δραστηριότητες. Στις ελληνικές πόλεις, οι αναπτυσσόμενες ταχύτητες στους «τοπικούς δρόμους» συχνά δεν ξεπερνούν τα 30 χλμ/ώρα.
Επομένως η θέσπιση των 30χλμ/ώρα ως μέγιστου ορίου ταχύτητας δεν θα επηρεάσει τη συγκοινωνιακή λειτουργία των πόλεων. Αντίθετα θα δώσει το μήνυμα, στους μεν κατοίκους ότι οι συνθήκες στο δρόμο είναι ασφαλείς, στους δε διερχόμενους ότι θα πρέπει να οδηγούν προσεκτικά.
Η πολιτική μείωσης στους «τοπικούς δρόμους» του ορίου ταχύτητας στα 30 χλμ/ώρα, απλώνεται, εδώ και μερικά χρόνια, με ταχείς ρυθμούς σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Αποκαθιστά, εκτός των παραπάνω λόγων, και μια παράλογη ισοπέδωση των δρόμων της πόλης όπου τοπικοί δρόμοι, συλλεκτήριοι, δευτερεύοντες κ.λπ. καλούνται, από πλευράς ταχυτήτων, όλοι να λειτουργούν με όριο τα 50 χλμ/ώρα.
Αν στην Ελλάδα εξακολουθήσει να ισχύει το όριο ταχύτητας στα 50 χλμ/ώρα, θα είναι εξαιρετικά χρονοβόρος και πολύ δαπανηρή η διαδικασία για τη μετατροπή κάθε δρόμου ξεχωριστά σε δρόμο με όριο ταχύτητας τα 30 χλμ/ώρα.
Το στελεχιακό δυναμικό των Δήμων είναι ανεπαρκές για να αναλάβει αυτό το έργο, και επομένως η απόσταση που χωρίζει τις συνθήκες και την ποιότητα ζωής μεταξύ της ελληνικής και της ευρωπαϊκής πόλης θα διευρυνθεί. Αυτό, στις ανταγωνιστικές συνθήκες μεταξύ των πόλεων για την προσέλκυση ανθρώπων και επενδύσεων, θα είναι εις βάρος της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας.
Η μείωση του ορίου ταχύτητας στους «τοπικούς δρόμους», από τα 50 στα 30χλμ/ώρα, εντάσσεται στην στρατηγική Βιώσιμης Κινητικότητας, την οποία σήμερα πολλές ελληνικές πόλεις προετοιμάζουν, και που στοχεύει στο να λειτουργούν οι πόλεις με λιγότερα αυτοκίνητα και στην αναβάθμιση και ενίσχυση του περπατήματος, του ποδηλάτου και της δημόσιας συγκοινωνίας.
Αποτελεί μια αισιόδοξη προοπτική απέναντι στα αδιέξοδα της ελληνικής πόλης, εκ των οποίων η ασφάλεια είναι από τα πιο σημαντικά.