Μόλις 10 μήνες έχουν περάσει από την 1η ποδηλατοβόλτα
Κείμενο: Νίκος Μυλωνάκης
Ήταν στις Νυχτοπεταλιές με το Trekking μου και το θυμάμαι σαν χθες γιατί ήταν κάτι ευχάριστο και πρωτόγνωρο για μένα να ποδηλατώ μαζί με άλλους ποδηλάτες και σαν ομάδα σε δυάδες να πηγαίνουμε μέσα στη νύχτα μια βόλτα ως τα Σπάτα.
Σιγά σιγά ακολουθούσα όλες τις βόλτες της ομάδας και μετά στο τέλος του καλοκαιριού αγόρασα το 1ο μου κουρσάκι κάνοντας μεγαλύτερες βόλτες με την παρέα όπως αυτή της Σαλαμίνας.
Νέες ομάδες και φίλοι προστέθηκαν στο εβδομαδιαίο πρόγραμμα όπως με τους Αγίους (βασική ομάδα) τους Πέριξ (για δυνατές εξορμήσεις), Menidi Bikes και το Ίλιον αργότερα, αλλά και τα πρώτα 200αρια Brevet Αττικής και Τατοίου. Με το ξεκίνημα της χρονιάς είπα θα βάλω έναν στόχο, να γίνω Super Randonner πράγμα το οποίο επετεύχθη κάνοντας τα αντίστοιχα brevet 200Νεμέας, 400Πάτρας και 600Καλαμάτας το 300αρι προσεχώς! Όμως κάτι έλειπε για να ολοκληρωθεί η όλη μαγεία.
Σε όλο αυτό το διάστημα στις βόλτες με τις ομάδες κάνοντας ποδήλατο ψιθύριζα με φίλους (vas spy) για το 1000αρι της Πελ/σου πως θα μπορούσε να γίνει και το πόσο μεγάλη εμπειρία θα ήταν! Με το πέρασμα του χρόνου πήρα την απόφαση να το δοκιμάσω δηλώνοντας συμμετοχή την τελευταία βδομάδα και δύο μέρες πριν την εκκίνηση βρίσκομαι στο συνεργείο του φίλου μου του Βλάση για 1 τεχνικό έλεγχο και κάποιες αλλαγές στον εξοπλισμό αλλά όχι τίποτα σπουδαίο εξάλλου όποιος με έβλεπε στην εκκίνηση στην Ελευσίνα θα νόμιζε ότι πήγα εκεί για καφέ και θα γύρναγα σπίτι! Έτσι λοιπόν και έγινε, την Παρασκευή του αγώνα αφού σχόλασα από τη δουλειά (με κοπάνα για να προλάβω) πήγα σπίτι έκανα ένα γρήγορο μπάνιο, έφαγα τη μακαρονάδα μου, φόρτωσα το κουρσάκι με λίγα πράγματα τροφοδοσίας που είχα στο ντουλάπι πήρα και ένα 50ευρω και βουρ για την εκκίνηση! Όταν έφτασα στο λιμάνι το περιβάλλον ήταν ήδη φορτισμένο! Υπήρχαν κάμερες και φώτα σαν να γυρνάγαμε υπερπαραγωγή! Είδα πολλούς ξένους ποδηλάτες και κορμιά δυνατά και λαξευμένα έτοιμα να καταπιούν τα χλμ. σαν στραγάλια! Χωρίς να φλυαρώ παίρνω γρήγορα κάρτα και αφού ανταλλάζω δύο γρήγορες κουβέντες με τους φίλους, Δ. Καλτσά, Αξιώτη και Τζιαβέρη, ξεκινήσαμε όλοι μαζί σαν τρενάκι για τη μεγάλη δυναστεία! Δεν αργήσαμε πολλά χλμ. ώσπου ένα γκρουπάκι με περίπου 20 ποδηλάτες ξεκόψαμε διατηρώντας γρήγορο ρυθμό, αναμενόμενο λόγο της ώρας, του καιρού και της διαδρομής όπου ήταν ιδανική! Άρχισα να διακρίνω και άλλους γνωστούς στο γκρουπ και να συνομιλώ μαζί τους για την εμπειρία που θα περνάγαμε όπως ο Κ. Σταμάτης και Σ. Γουλιέλμος, επίσης είχα και νέες γνωριμίες όπως Γ. Πατέριμος, ο οποίος μου εξιστορούσε τα δύσκολα Brevet στο νησί του τη Χίο όπου διέμενε και ο Ανδρέας, ο οποίος και αυτός με πολύ λίγα πραγματάκια πάνω στο ποδήλατό του μου εξηγούσε τι κυρίως χρειαζόμαστε και τι ήταν περιττό!
Ένας ενθουσιασμός άρχισε να με συνεπαίρνει βλέποντας τα παιδιά στο γκρουπάκι έναν έναν ξεχωριστά και όλους μαζί, μη έχοντας ακόμα συνειδητοποιήσει το μυαλό τι πάμε να κάνουμε προσπαθώ να μην σκέφτομαι το μακριά αλλά να ζω την στιγμή διότι το ψυχολογικό είναι το βασικότερο σε τέτοιες καταστάσεις. Έτσι φτάνουμε στο Ξυλόκαστρο χωρίς στάση μερικοί από εμάς βλέποντας εκείνη την στιγμή να ξεκινάει ένα γκρουπάκι με τέσσερα άτομα για τη συνέχεια, ήταν ο Ben, ο Σ. Κερκεντζές, ο Ορέστης και ο Ηλίας, οι οποίοι είχαν πάρει ένα μικρό προβάδισμα σε κάποια φάση της διαδρομής χωρίς να γίνει αντιληπτό από εμένα διότι διατηρούσα τις τελευταίες θέσεις κάτι σαν σκούπα! Φάγαμε κάτι στα γρήγορα, πήραμε τις πρώτες ανάσες μας και συνεχίσαμε αδιάκοπα το ταξίδι μας μέσα στη νύχτα με στόχο να φάμε γρήγορα αυτά τα εύκολα χλμ. ως τα επόμενα κοντρόλ.
Δυστυχώς όμως η 1η αναποδιά ήρθε λίγα χλμ. πριν μπούμε στο Αίγιο με σκάσιμο του πίσω λάστιχου στη μέση του πουθενά σε σημείο που να μην μπορώ ούτε να το αλλάξω, το γκρουπ άρχισε να απομακρύνετε από κοντά μου ακούγοντας την φωνή του Σταμάτη να λέει αν θέλω βοήθεια, του είπα όχι και προχωρώντας λίγα μέτρα πιο κάτω σε μια στροφή βρήκα μια καβάτζα για να το αλλάξω έχοντας από κάτω τη θάλασσα. Προσπάθησα να είμαι όσο πιο ψύχραιμος και γρήγορος γίνεται και μετά από κάνα τέταρτο είμαι έτοιμος να συνεχίσω, ενώ είχαν περάσει 3-4 συνποδηλάτες ως τότε. Έχω χάσει το ρυθμό μου και το βασικότερο χωρίς το γκρουπάκι σου μόνος αρχίζεις να νιώθεις μία ανασφάλεια μέσα στα μεσάνυχτα.
Περνώντας μέσα από το Αίγιο διακρίνω κάποιους ποδηλάτες να κάθονται σε μια καφετέρια, ήταν τα παιδιά που με πέρασαν όταν άλλαζα τη σαμπρέλα. Δεν σταματάω και συνεχίζω ενώ κάποιος μπερδεύοντας μου φώναξε «Γιάννη κάτσε», το μυαλό μου βρισκόταν στα παιδιά που ήμουνα μαζί αν και πότε θα μπορούσα να τους φτάσω!
Λίγα χλμ. πιο κάτω πετυχαίνω έναν ποδηλάτη, φορούσε ένα άσπρο μακρύ κολάν, δεν τον ήξερα αλλά τον είχα δει στο γκρουπ όπου ήμουνα, ήταν ο Κρίκης από τη Λάρισα, του πιάνω τη συζήτηση και πάμε παρέα μέχρι την Πάτρα ευελπιστώντας μπας και προλάβω το γκρουπάκι μου σε κάποια στάση που θα έχουν κάνει εκεί Όντως και έτσι έγινε στον τελευταίο φούρνο της Πάτρας τους πετυχαίνω έτοιμους να ξεκινήσουν σε δύο λεπτά. Δεν προλαβαίνω ούτε να πάρω κάτι να φάω εκτός από τουαλέτα και να γεμίσω τα παγούρια μου και όλοι μαζί συνεχίζουμε για το κοντρόλ στην Καλογριά. Κάνω μια καταμέτρηση και βλέπω ότι είμαστε 11 ποδηλάτες και αφού φτάνουμε και σφραγίζουμε γρήγορα ξεκινάμε για τον Πύργο αφήνοντας πίσω την υγρασία και τα κουνούπια του τοπίου!
Μετά από κάμποσα μονότονα χλμ. ο ύπνος άρχισε να με ζορίζει, οι μπροστινοί κάνοντας μια απότομη μανούβρα να σταματήσουν σε ένα αναψυκτήριο που όμως ήταν κλειστό, με πιάνει απροετοίμαστο και μην έχοντας καν τα χέρια μου κοντά στα φρένα παραλίγο να γίνω κομπόστα με τους μπροστινούς όπου ευτυχώς πέρασα σφήνα ανάμεσά τους έχοντας το ένα δάχτυλο στο πίσω φρένο και από τον ήχο του λάστιχου που σέρνετε πάνω στην άσφαλτο πρόλαβαν οι πιο μπροστινοί να ανοίξουν λίγο και να σταματήσω σώμα με σώμα πάνω στον φίλο jiv, o οποίος ταυτόχρονα φώναζε σε αυτούς που έκαναν τη μανούβρα! Όλα καλά και αφού πήραμε την τόνωσή μας, συνεχίσαμε στο επόμενο φούρνο/αναψυκτήριο που βρήκαμε, η ανατολή άρχισε να εμφανίζεται και εμείς αφού φάγαμε καλά, συνεχίσαμε λίγα χλμ. πιο κάτω στο κοντρόλ της Μυρτιάς το ξενοδοχείο Ζορμπάς, τα παιδιά χτυπάνε κάρτα και είναι έτοιμα να συνεχίσουν, εγώ όμως έχω κάτσει σε μια καρέκλα με το κεφάλι καρφωμένο στο τραπέζι και όταν ο Αξιώτης μου φωνάζει ότι ξεκινάμε με μία κίνηση του χεριού τον χαιρετάω και κλείνω γενικό. Πρέπει να είχε περάσει κάνα τέταρτο και κάτι οι φωνές κάποιων από το ξενοδοχείο, κάτι ο ήλιος με κάνει να σηκώσω το κεφάλι και να δω ότι το επόμενο γκρουπ με ποδηλάτες είχε φτάσει και χτύπαγαν κάρτες, ενώ ήταν έτοιμοι να πάνε μέσα στο ξενοδοχείο να φάνε πρωινό. Σηκώνομαι και εγώ μπαίνω μέσα ρίχνω μια ματιά να δω τι έχει και αφού μιλάω λίγο με τον Αντρέα βγαίνω έξω φοράω παπούτσια-κράνος-γυαλιά-γάντια και φεύγω μην ξέροντας εκείνη τη στιγμή αν ήταν καλύτερα να μείνω και να φύγω με τα παιδιά ή μόνος!
Περνάω μέσα από τον Πύργο και ανηφορίζω ως την Αρχαία Ολυμπία για το επόμενο κοντρόλ, εκεί λίγο να χαζεύω το μέρος λίγο να δω τις μηχανές enduro, όπου είχαν κατακλύσει την περιοχή για τον αγώνα που θα κάνανε, μπερδεύομαι και δεν μπορούσα να βρω το κοντρόλ. Αυτό ήταν λέω χωρίς GPS θα έχω προβλήματα στη διαδρομή μόνος και κυρίως σε μέρη που δεν τα έχω περάσει ποτέ. Σε κάποια φάση και ενώ έχω μπει στο χώρο του μουσείου, κάποιος από μακριά κάνει σινιάλο σαν να χαιρετά, κοιτάω δίπλα μου βλέπω μια τουρίστρια και άλλους πολλούς τουρίστες πιο μέσα, τρώω ένα κόλλημα και λέω «μπα δεν είναι για μένα» και φεύγω και ενώ έχω φάει μισή ώρα με γύρες από δω και κει ξαναπάω στο ίδιο σημείο για να διαπιστώσω ότι ήταν ο κοντρολιέρης ο οποίος απόρησε πού είχα χαθεί!
Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό περνώντας από τον Αλφειό ποταμό αντί να πάω αριστερά πήγα δεξιά κάνοντας έναν μεγάλο κύκλο και κατεβαίνοντας ουσιαστικά πάλι από τον Πύργο. Στο σημείο όπου έπρεπε να βγω αρχικά ενώ κατέβαινα βλέπω να βγαίνουν δύο ποδηλάτες, μετά από λίγα λεπτά τους φτάνω και βλέπω ότι είναι Ιταλοί τους οποίους και ακολουθώ χωρίς να με πάρουν χαμπάρι ως την Ζαχάρω, όπου έκανα την στάση μου για ανεφοδιασμό, από την πλατεία και τους γύρο δρόμους ένιωθα ότι ο κόσμος με κοίταγε καλά καλά κάτι σαν εξωγήινος ένα πράμα, κάποιος που πέρασε δίπλα μου με ρώτησε τι αγώνα κάνουμε και όταν του είπα τον γύρο της Πελ/σου με κοίταξε σαστισμένος λες και του έκανα πλάκα!
Συνεχίσω τη μονότονη διαδρομή με τον ήλιο να δυσκολεύει την κατάσταση ως την Κυπαρισσία όπου ορμάω μέσα σε ένα super Market με το ποδήλατο σαν ταύρος σε υαλοπωλείο! Αρπάζω ότι βρω μπροστά μου, χυμούς, μπισκότα, μπανάνες. Βγαίνω έξω βρίσκω μια σκιά σε μια στάση λεωφορείου και χλαπακιάζω με μανία! Αφού στάνιαρα συνεχίζω τον δρόμο μου ενώ βλέπω δύο ποδηλάτες να κάθονται στην πλατεία ήταν ο Παναγιώτης και πιο πέρα ο Θοδωρής που πήγαινε κάπου βιαστικά να πάρει κάτι!
Η διαδρομή άρχισε να γίνεται ομορφότερη σε μέρη τα οποία δεν είχα ξαναπατήσει τώρα έχω τη χαρά να τα ποδηλατήσω! Ο ήλιος ήταν κουραστικός και εγώ υπομονετικά κατηφορίζω ως την Πύλο περνώντας από Φιλιατρά-Μαραθόπολη έχοντας πλέον για παρέα τον Θοδωρή, ο οποίος με καλό Tempo τον ακολουθώ από απόσταση. Μετά από κάποιες ανηφοροκατηφόρες έξω από την Μεθώνη βλέπω ένα διάσπαρτο γκρουπάκι με 5-6 άτομα και όταν τους φτάνω βλέπω κάποιες γνωστές φιγούρες! Χαιρετάω ενώ παίρνω κεφάλι στο γκρουπ και μετά την Φοινικούντα με τις φοβερές παραλίες τριγύρω αρχίζουμε να ανηφορίζουμε τα πρώτα σταθερά υψομετρικά, ώσπου να πέσουμε πίσω στην Κορώνη. Εκεί είναι και δύ συνποδηλάτες, οι οποίοι καθόντουσαν στην ταβέρνα του κοντρόλ περιμένοντας να φάνε, ο Zoo Scooter μου χτυπάει την κάρτα και βλέπει ότι είμαι ανήσυχος και βιαστικός. Θα φύγεις μου λέει δεν θα ξεκουραστείς; Όχι του λέω βιάζομαι να πάω να κάνω το 1ο μου μπάνιο σε αυτή την υπέροχη παραλία!
Η λίγο παγωμένη 1η βουτιά με έκανε να χάσω όλα τα ποδηλατικά χλμ. που κουβαλούσα στις πλάτες μου και βοήθησε να ξεπιαστεί το κορμί μου και να χαλαρώσει στη συνέχεια! Εννοείτε ότι φόραγα το μαγιό μου από την αρχή του Brevet! και αφού στέγνωσα στην παραλία, κάνοντας πρώτα ένα ντουζάκι συνέχισα την πορεία μου με τον Θοδωρή και ένα ακόμα παιδί οι οποίοι ότι ξεκινούσαν.
Πλέον ο ήλιος άρχισε να πέφτει και με καλή ψυχολογία ανηφορίζαμε το 1ο πόδι της Πελ/σου περνώντας από διάφορα χωριά και πάγκους οπωροκηπευτικών, όπου ντόπιοι χωρικοί πούλαγαν τα προϊόντα τους. Σε έναν από αυτούς δεν αντισταθήκαμε, γευτήκαμε πεπόνια, ροδάκινα τα οποία μας τόνωσαν για τη συνέχεια. Φτάνοντας στην Καλαμάτα τα παιδιά ψάχνανε να βρούνε δωμάτιο σε ξενοδοχείο, ενώ η παραλία ήταν ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο μιας και κόντευε σούρουπο Σαββατόβραδου. Εγώ προχωρώντας σιγά σιγά κοίταγα μπας και βρω κάνα σουβλατζίδικο αλλά μάταια! Κάποιο που ήξερα μάλλον το είχα περάσει και η παραλία ήταν πλέον γεμάτη από ταβέρνες και εστιατόρια, ευτυχώς λίγο πριν τις ανηφόρες στην περιοχή της Βέργας βρήκα ένα σουβλατζίδικο, έφαγα και συνομίλησα με κάποια παιδιά από την περιοχή λέγοντας την ιστορία μου, βγάλαμε κάποιες φωτογραφίες και συνέχισα την ανηφορική πλέον πορεία προς Καρδαμύλη Στούπα! Γνώριμη διαδρομή την οποία είχα κάνει πριν λίγο καιρό τέλος Μάρτη με πούλμαν για τον αγώνα τρεξίματος Taygetos Challenge. Κάποια στιγμή όπου είχα σταματήσει να συνδέσω το προβολάκι με το power Bank, δώρο από τον καλό μου φίλο Κ. Κουγιανό, βλέπω να με περνάει ο Παναγιώτης όπου και συνεχίσαμε μαζί ως την Στούπα που είχε κλείσει δωμάτια με άλλα δύο παιδιά για να βγάλουν την νύχτα αν και παρά την κούραση και τις ανηφόρες μέσα στο σκοτάδι είχαμε πολύ καλή διάθεση και δεν σταματάγαμε να μιλάμε, εγώ κυρίως, μιας και θαύμαζα πολύ τα μέρη απ’ όπου περνούσα!
Φτάνοντας Στουπα χαιρετηθήκαμε και εγώ πηγαίνοντας παρακάτω σταμάτησα σε ένα παγκάκι να ξεκουραστώ πριν συνεχίσω την άγνωστη και άγρια διαδρομή μέσα στο σκοτάδι και αφού πρώτα είχα προσέξει κάποιον ποδηλάτη που κοιμόταν σε ένα παρκάκι εκεί κοντά. Αργότερα από φωτογραφία είδα ότι ήταν ο Ορέστης που δυστυχώς δεν είχαμε την τύχη να βρεθούμε σε όλο το brevet, αλλά η σκέψη μου πήγαινε πολλές φορές σε αυτόν, μιας και είχαμε κοινή ποδηλατική πορεία στο 600αρι της Καλαμάτας. Διέσχιζα τα όμορφα βουνά της Δυτικής Μάνης με τα καταπληκτικά χωριουδάκια, λες και είχαν βάλει τα γιορτινά τους φωτισμένα και ήσυχα μέσα στο σκοτάδι, το κόκκινο φεγγάρι μου έκανε παρέα μέχρι το λιμάνι του Γερολιμένα και εκεί στο κοντρόλ δίπλα στα τραπέζια του ξενοδοχείου κοιμήθηκα χωρίς καν να σκεφτώ να χτυπήσω κάρτα!
Ήταν 4:20 μετά από λίγα λεπτά νιώθω την παρουσία κάποιου κοντά μου σαν σκιά. Ήταν ο Ben Urbanke, ο οποίος κρατούσε το ποδήλατό του και ετοιμαζόταν να πετάξει πάνω από τα βουνά της Μάνης μέσα στα άγρια χαράματα, ανταλλάξαμε δύο κουβέντες στα αγγλικά για καλή συνέχεια στον αγώνα μας και έφυγε υπό την επίβλεψη της συνοδείας του, όπου είχε από την αρχή του αγώνα. Λίγο αργότερα εμφανίστηκε και ο Παύλος όπου με σφράγισε, με τάισε και με έβαλε να κοιμηθώ ως το ξημέρωμα στο αμάξι του, επίσης μου έδωσε συμβουλές για τη συνέχεια στο άγνωστο ταξίδι μου, τέτοια στοργική αγάπη ούτε η μάνα μου ένα πράμα!
Έφυγα πριν βγει ο ήλιος σε ένα απ’ τα δυσκολότερα σημεία όλου του αγώνα όπως αποδείχτηκε με κακοτράχαλους δρόμους, όπου το ποδήλατο χοροπηδούσε σαν μουλάρι, άπειρες ανηφοροκατηφόρες και στροφές, όπου με το παραμικρό λάθος θα μάζευες τα κομμάτια σου με το φαράσι! Από την άλλη η μαγευτική διαδρομή μου έδινε χαρά και δύναμη να συνεχίσω ως το Γύθειο, γλιτώνοντας την ταλαιπωρία του ήλιου στο δυσκολότερο σημείο! Εκεί στο κοντρόλ μόλις είχαν φτάσει ο Σ. Κερκεντζές με τον Ηλία Γιαννακάκη όπου δεν τον γνώριζα μέχρι τότε. Σφραγίσαμε και αφού χαιρετηθήκαμε και βγάλαμε φωτογραφίες με τον Χαράλαμπο και την κυρία Fabiana πήγαμε δίπλα στην πλατεία και φάγαμε τις μακαρονάδες μας, ο Ηλίας δεν μπορούσε να φάει καλά δεν πήγαινε τίποτα κάτω και απλά έπρεπε να προσέχει από δω και πέρα για τη συνέχεια. Συνεχίσαμε μαζί ως την Σκάλα όπου κάναμε στάση σε ένα περίπτερο για νερό για τη συνέχεια, εγώ έκανα και μια αλλαγή στην κλίση της σέλας, γιατί πλέον ο ποπός και τα χέρια ήταν πολύ ζορισμένα και με δυσκολία κρατιόμουνα πάνω στο ποδήλατο.
Αφήναμε πίσω θάλασσες και κάμπους φτάνοντας η δύσκολη στιγμή να ανέβουμε τα βουνά του Πάρνωνα ως τον Κοσμά στα 1200 υψομετρικά μέσα σε 20 και κάτι χλμ. απόσταση. Ο Στέλιος φαινόταν ότι είχε δυνάμεις πηγαίνοντας συντηρητικά μέχρι τότε και σιγά σιγά απομακρυνόταν ώσπου χάθηκε από το οπτικό μου πεδίο. Το ίδιο συνέβη και με τον Ηλία αλλά από την ανάποδη, εξαντλημένος και κουρασμένος από την αϋπνία έμεινε πίσω, όπου τον έχασα και κάπου εκεί ανάμεσα στο πουθενά ανέβαινα νωχελικά τις ατελείωτες ανηφορικές ευθείες και ανοιχτές στροφές, όπου έβγαζαν σε ένα καρμπον σημείο λες και πέρναγα το ίδιο μέρος ξανά και ξανά! Φτάνοντας μέχρι τα έλατα ψηλά στις πρώτες μεγάλες στροφές όπου μπορούσες να διακρίνεις το ζωγραφιστό τοπίο της φύσης, ένιωθα πλέον ότι έτρεχα και όχι ότι ήμουνα πάνω σε ποδήλατο!
Είχα στεγνώσει από νερό και σιγά στέγνωνε το σάλιο μου όμως έκανα υπομονή ελπίζοντας ότι θα είναι κοντό το κοντρολ του Κοσμα. Με το που ίσιωσε ο δρόμος και μετά από λίγο κατηφόριζε, ανακουφίστηκα και μετά από λίγο μπαίνοντας στο μαγευτικό χωριό του Κοσμά σφράγισα γρήγορα και έτρεξα στην πηγή κάτω από την εκκλησία με τα κεφάλια του λιονταριού να σβήσω τη δίψα μου. Εκείνη την στιγμή έφευγε από το κοντρολ ο Στέλιος μαζί με τον Κρίκη, ο οποίος είναι πολύ σκληροτράχηλος όπως αποδείχτηκε, και εγώ ακολούθησα μετά από κάνα τεταρτάκι. Μετά τις πρώτες κατηφορικές στροφές του Πάρνωνα μπαίνουμε σε ένα φαράγγι που είχε κάτι φουρκέτες λες και ήσουνα σε λούνα παρκ!
Χαώδη υψομετρικά και ο δρόμος λες και ήταν ναρκοπέδιο με λακκούβες και σχισμές που αν έπεφτες μέσα ήσουν Game Over! Σε κάποια στροφή βλέπω μπροστά μου τον Κρίκη πήγαινε σιγά ίσα που πρόλαβα να τον χαιρετήσω δεν κατάλαβα αν είχε κάποιο πρόβλημα ή απλά πήγαινε έτσι, συνέχισα μέχρι να βγω στο Λεωνίδιο το φαράγγι και τα κοφτά γκρεμώδη βουνά μου έκοβαν την ανάσα, αλλά ήταν ότι πιο όμορφο έχω συναντήσει.
Μετά το Λεωνίδιο έκανα μια μικρή στάση και συνέχισα σιγά με τη θάλασσα στα δεξιά μου να μου κάνει παρέα με τις ωραίες παραλίες, ώσπου να πέσει το σούρουπο και να με βρει αραχτό στον κόλπο του Ναυπλίου. Έφαγα δύο σουβλάκια στο Ναύπλιο και υπό το φως του φεγγαριού, όπου έλουζε τη νύχτα ξεχύθηκα στη λεωφόρο Ασκληπιού, ώσπου να φτάσω στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ένα λεπτό πριν τα μεσάνυχτα. Έκει για άλλη μια φορά ο καλός κοντρολιέρης Παύλος με σφράγισε και αφού έφαγα κάτι μπισκοτάκια και μπάρες όπου είχε αφήσει ο Ben ήμουνα έτοιμος να ξεκινήσω για τα τελευταία 125 χλμ. του τερματισμού όπου φάνταζαν παιχνιδάκι σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή, όμως τώρα θα είναι γολγοθάς! Ξάφνου βλέπω ένα φωτάκι να έρχεται μέσα στα σκοτάδια δεν ξεκινάω και περιμένω να δω ποιος είναι. Είναι ο Ηλίας αναστημένος αλλά με πολλές ενοχλήσεις, δεν το βάζει κάτω έχει πολύ ψυχή σκέφτομαι και τον περιμένω να φύγουμε μαζί. Ξεκινάμε σταθερά και βγάζουμε τις πρώτες ανηφόρες μετά την Επίδαυρο, με κουράγιο και επιμονή παλεύουμε τις τελευταίες ανηφόρες όπου για μια ακόμα φορά φαίνονται ατελείωτες. Πεισμώνω και σφίγγω τα δόντια τις βγάζω και βλέπω ότι ο Ηλίας έχει μείνει πίσω, ψάχνω να βρω ένα μέρος να αράξω μέχρι να ‘ρθει, από την ζαλάδα μου πέφτω σε μια λακκούβα και ξανασκάει το πίσω λάστιχο. Πετάω το ποδήλατο μες στο δρόμο και βγάζω ότι είχα πάνω για να αλλάξω σαμπρέλα, ευτυχώς ο δρόμος είχε φωτισμό και λίγο πριν τελειώσω την αλλαγή της σαμπρέλας ήρθε και ο Ηλίας όπου με βοήθησε στην αλλαγή.
Συνεχίζουμε κυρίως με κατηφορικά κομμάτια ως τα λουτρά της Ωραίας Ελένης, όμως η νύστα είχε γίνει ανυπόφορη, οράματα και οπτασίας συμπλήρωναν το σκηνικό. Στην παραλία διακρίνουμε κάτι ξαπλώστρες και χωρίς δεύτερη σκέψη σταματάμε και πάμε να την πέσουμε. Είχε και έναν φύλακα εκεί όπου αφού μας τρόμαξε με την παρουσία του μας άφησε να καθίσουμε με την ησυχία μας. Αυτό ήταν δεν ήθελα να φύγω από κει, κάτω από τα αστέρια με το κυματάκι της θάλασσας στα πόδια μου και τη δροσερή ατμόσφαιρα θα μπορούσα να κοιμάμαι ατελείωτες ώρες. Ο Ηλίας μου ψιθύρισε μετά από λίγα λεπτά ότι ήταν ώρα να συνεχίσουμε. Σαν να είχα κλείσει τα μάτια για μία μόνο στιγμή φόρεσα γρήγορα τα κουμπωτά και το κράνος και συνεχίσαμε μέχρι τα Ίσθμια σιγά για να ζεσταθούμε. Όλα ήταν κλειστά ευτυχώς για καλή μας τύχη δίπλα στο βενζινάδικο στον Ισθμό υπήρχε αναψυκτήριο, φάγαμε από ένα κρουασάν ζαμπόν τυρί και ήπιαμε από 1 Μίλκο, τα οποία κέρασε ο Ηλίας αφού είχα ξεμείνει μόνο με ένα δεκάρικο για το μετάλλιο! Να σε καλά Ηλία σου χρωστάω! Συνεχίσαμε για τα τελευταία 60 και γνωστά χλμ. της διαδρομής, τα οποία πηγαίναμε σερί με κλειστά τα μάτια! Κάπου λίγο πριν την Κακιά σκάλα η υπνηλία γινόταν εντονότερη λες και πάλευα με το θεριό ένα πράμα!
Άρχισα να ανεβάζω στροφές και παλμούς δεν ένιωθα τίποτα, ο Ηλίας είχε μείνει πίσω δεν τον έβλεπα αλλά ένιωθα την παρουσία του, τα χλμ. φεύγανε αέρα και το τέμπο παρέμεινε ως το τέλος, ούτε το τελευταία μποφόρ στην Ελευσίνα δεν στάθηκαν ικανά να με κόψουν. Χαιρετήθηκα με το παιδί που ήταν στο τελευταίο κοντρόλ και μετά από λίγο ήρθε και ο Ηλίας τελειώνοντας τον άθλο του. Αγκαλιαστήκαμε και αφού συζητήσαμε 2-3 εμπειρίες με τον κοντρολιερη αποχαιρετιστήκαμε καβαλώντας το ποδήλατό μου να πάω κατευθείαν στη δουλειά όπου είχα αργήσει λίγο γιατί κόντευε 8 το πρωί Δευτέρας και έπρεπε να μπω ξανά στην καθημερινότητα.
«Η ζωή είναι ποδήλατο το ποδήλατο είναι ζωή»