Με αφορμή τους τελευταίους δύο αγώνες που τρέξαμε στη Σερβία και τη Γαλλία θα ήθελα να αναφερθώ για άλλη μια φορά σε όλους τους Έλληνες που τρέχουν στο εξωτερικό.
Σ’ αυτά τα παιδιά που ξενιτεύονται αφήνοντας πίσω τους οικογένειες, φίλους και σπουδές για να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα.
Όπως αναγκάστηκα να κάνω κι εγώ προσωπικά στην ηλικία των 18, τρέχοντας για 4 χρόνια στην Ιταλική Colpac και μετέπειτα Bergamasca, ομάδες φυτώρια της επαγγελματικής ομάδας Polti.Θα αναρωτιέστε όμως τι σχέση έχουν αυτοί οι δύο αγώνες μεταξύ τους και πώς προέκυψε το θέμα με τους Έλληνες αθλητές. Στον μεν πρώτο αγώνα λοιπόν, στη Σερβία, ο οποίος ήταν αγώνας Uci cat1.2, δύο αθλητές που τρέχουνε τα τελευταία 2-3 χρόνια στην Γαλλία, οι Καστραντάς και Τζωρτζάκης, συμμετέχοντας με την Εθνική, τερμάτισαν 2ος και 3ος αντίστοιχα. Σ έναν πολύ απαιτητικό αγώνα με βροχή και κρύο, αποδείξανε πόσο σημαντική ήταν η βελτίωσή τους, τρέχοντας απαιτητικούς αγώνες σε μια χώρα με υψηλό επίπεδο. Στον δεύτερο αγώνα στη Γαλλία, έναν από τους διασημότερους Γύρους 2ης κατηγορίας το «Tour de Bretagne», παρατηρούσα πόσο ανεβασμένο είναι το επίπεδο στις ηλικίες 20-24 και πόσο μεγάλος ανταγωνισμός υπάρχει για ένα καλό αποτέλεσμα κι ένα συμβόλαιο μετέπειτα σε μεγαλύτερη ομάδα. Κάποιος που δεν ξέρει, αναρωτιέται πώς είναι δυνατόν να πηγαίνουν αυτά τα «παιδάκια» τόσο γρήγορα και κατευθείαν ο νους πηγαίνει στο πονηρό.
Δεν έχει καθίσει να αναλογιστεί ότι όλοι αυτοί οι νεαροί αθλητές «βάζουνε» από την ηλικία των 15-16, κάθε χρόνο στα πόδια τους 60-70 ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΥΣ αγώνες κι όχι σιρκουί, αναβάσεις και δήθεν αντοχές των 60χλμ. Αντίθετα, αγώνες με τρομερό ανταγωνισμό, σε δύσκολες διαδρομές και με συμμετοχές που αγγίζουνε τους 200 αθλητές. Δεν είναι λογικό ότι ορισμένοι ανάμεσα σε αυτούς θα έχουν το παραπάνω ταλέντο και, με την αγωνιστική υποδομή και την εμπειρία που τους μεταδίδουν οι πρώην επαγγελματίες προπονητές τους, θα κάνουν αργότερα πράγματα «εξωφρενικά»; Εξωφρενικά για τους «πονηρούς» γιατί όποιος ξέρει την αγωνιστική υποδομή τους, κατανοεί ότι η βελτίωση αυτή είναι φυσιολογική!
Στην ποδηλασία Δρόμου λοιπόν, η βελτίωση της απόδοσης επιτυγχάνεται αποκλειστικά και μόνο μέσα από ένα συνεχές και απαιτητικό αγωνιστικό πρόγραμμα με Γύρους και μονοήμερους αγώνες αντοχής. Η ποδηλασία Δρόμου δεν έχει απολύτως καμία σχέση με άλλα αγωνίσματα. Ένας ποδηλάτης προετοιμάζεται και βελτιώνεται μέσα από Γύρους για τους επόμενους αγώνες στόχους, ενώ στα υπόλοιπα αθλήματα κάνεις όλο τον χρόνο προετοιμασία για έναν αγώνα.
Αν θέλουμε να ανεβάσουμε το επίπεδο της Ελληνικής ποδηλασίας θα πρέπει να το κάνουμε μόνο μέσα από τους αγώνες στο εξωτερικό. Αυτό πρέπει να το καταλάβουνε καλά όλοι εκείνοι οι αθλητές που ονειρεύονται κάποια μέρα να ξεφύγουν από το ελληνικό επίπεδο και να βρεθούνε σε κάποια επαγγελματική ομάδα. Όπως τα κατάφερε ο Βασίλης Αναστόπουλος παλαιότερα τρέχοντας για την Αυστριακή επαγγελματική ομάδα Volksbank, όπως κατάφερα κι εγώ μέσω της ελληνικής επαγγελματικής ομάδας, SpTableware, να βρεθώ αργότερα σε μια ομάδα Pro Tour, την Euskaltel.
Αυτό προσπαθούνε να πετύχουνε τα τελευταία 3-4 χρόνια κάποιοι Έλληνες αθλητές, τρέχοντας σε γαλλικά club τα οποία τους δίνουν τη δυνατότητα να συμμετέχουν σε αγώνες υψηλού επιπέδου. Στόχος είναι με τα αποτελέσματα τους να προσελκύσουν το ενδιαφέρον μεγαλύτερων ομάδων κι αν πραγματικά αξίζουν, το μέλλον είναι όλο δικό τους. Προσπάθεια εξαιρετικά δύσκολη και ψυχοφθόρα, αλλά αναγκαστική για όποιον θέλει να κάνει ένα βήμα παραπέρα σ΄ αυτό το άθλημα. Από τη στιγμή που δεν υπάρχει κάποια ελληνική επαγγελματική ομάδα Δρόμου, να πλαισιώνεται με τους καλύτερους Έλληνες αθλητές και να τους δίνει τη δυνατότητα να τρέχουν στο εξωτερικό, η μόνη διέξοδος είναι η ατομική φυγή προς αυτό.
Σημαντικό ρόλο βέβαια διαδραματίζει και η Ελληνική Ομοσπονδία, με τη συγκρότηση της Εθνικής ομάδας Δρόμου, η οποία είναι απαραίτητη για μια Ομοσπονδία που θέλει να έχει ανάπτυξη. Θυμάμαι σαν έφηβοι, είχαμε σχεδόν 70 αγώνες το χρόνο και τουλάχιστον 6-7 Γύρους στο εξωτερικό με την Εθνική! Με τόσους αγώνες φτάναμε στο τέλος της χρονιάς να κερδίζουμε αγώνες στην Ιταλία και να διεκδικούμε 10άδες στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Δρόμου. Αυτό το χρωστούσαμε βέβαια, στην Ομοσπονδία και στους προπονητές μας που πιέζανε για ένα τέτοιο πρόγραμμα. Κατανοώ ότι με τα σημερινά οικονομικά δεδομένα κάτι τέτοιο είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο με ένα σωστό προγραμματισμό. Πρώτη φορά μετά από χρόνια, η Εθνική ομάδα συμμετέχει σε μεγάλους ποδηλατικούς Γύρους όπως αυτός του Αζερμπαϊτζάν. Εύχομαι η προσπάθεια αυτή να συνεχιστεί γιατί σίγουρα θα ανεβάσει πολύ το επίπεδο και την αγωνιστική εμπειρία των αθλητών.
Κατά τη γνώμη μου όμως η πιο σωστή και αποδοτική λύση για μια Ομοσπονδία, που είχε προταθεί παλαιότερα, είναι η γνωστή συνταγή που ακολούθησαν όλες αυτές οι χώρες που είναι εκτός Ευρώπης, όπως η Αυστραλία. Να υπάρχει μια βάση στο εξωτερικό που θα πλαισιώνεται από τα νέα ταλέντα και να ακολουθείται συνεχώς ένα αγωνιστικό πρόγραμμα στην Ευρώπη. Από εκεί είναι σίγουρο ότι θα προκύψουν κάποιοι νέοι αθλητές με καλές διακρίσεις που θα μπουν στο στόχαστρο μεγαλύτερων ομάδων. Γιατί από ταλέντα δεν στερούμαστε σαν χώρα, έχουν περάσει αμέτρητα όλα αυτά τα χρόνια. Από κουλτούρα και νοοτροπία όμως είμαστε πολλά χρόνια πίσω και γίνονται προσπάθειες να αλλάξει.
Αν θέλουμε κι εμείς να θαυμάζουμε αύριο, μεθαύριο Έλληνες αθλητές σε μεγάλους ποδηλατικούς αγώνες κι όχι να αναπολούμε τα ταλέντα που φύγανε άδικα, πρέπει να ακολουθήσουμε τα Ευρωπαϊκά πρότυπα. Διότι η αγωνιστική ποδηλασία Δρόμου είναι εκεί έξω και όχι αυτή που νομίζουμε εμείς στη γειτονιά μας!