Όλη μου η ζωή, αυτή η φωτογραφία
Κείμενο, φωτό: Παναγιώτης Μπουρίκας
Είναι μόνο μια φωτογραφία, αλλά στο νου μου έρχονται πάνω από 1000 λέξεις. Και πάλι είναι λίγες, αφού δεν μπορώ ούτε με τόσες να περιγράψω όσα σκέφτομαι όταν την βλέπω.
Εκείνη ήταν στην τελική ευθεία πριν μπούμε στο Καλλιμάρμαρο, επί της Ηρώδου Αττικού. Ήξερα ότι θα είναι κάπου εκεί, στη δεξιά μεριά. Είχα φροντίσει να τρέχω στη δεξιά μεριά για να τη δω. Ήθελα να της δώσω ένα κλαδί ελιάς, το οποίο αυτή με τη σειρά της, να το πάει στο σπίτι, στα παιδιά μας. Κάτι σαν ενθύμιο. Μου έδινε δύναμη όλο αυτό. Το κλαδάκι αυτό το πήρα από ένα κοριτσάκι, στα πρώτα κιόλας χιλιόμετρα. Με το που το είδα να το κρατάει, σκέφτηκα τις δύο μου κόρες… και το πήρα.
Σκέφτηκα να τρέξω με αυτό και να το δώσω στον τερματισμό στη γυναίκα μου. Ίσως μεθαύριο να αποτελεί μία ωραία ανάμνηση, σκέφτηκα. Και έτρεξα όλη τη διαδρομή κρατώντας το κλαδί.
Έτρεξα γρήγορα (για τα δικά μου δεδομένα). Αν ο Μαραθώνιος είναι τα μαθηματικά, εγώ δεν γνωρίζω ούτε τους αριθμούς. Είμαι τελείως άσχετος. Τον Ιούλιο κατέβηκα από το ποδήλατο και είπα να τρέξω μετά από 4 μήνες στον Μαραθώνιο. Και τώρα πάλι, που τέλειωσε ο Μαραθώνιος, θα ανέβω πάλι στο ποδήλατο. Και θα γυρίσω όλη την Ελλάδα. Ίσως μια μέρα να γυρίσω και όλον τον κόσμο.
Πέρυσι στον 1ο μου Μαραθώνιο είχα κάνει 4:13. Για φέτος ξεκίνησα την προετοιμασία το καλοκαίρι θέλοντας 3:45,… ίσως μέσα μου να ήθελα και λιγότερο. Δεν μου βγήκε όμως η 4μηνη προετοιμασία. Ξεκίνησα καλά με 180 χλμ. τον πρώτο μήνα, αλλά έπεσα στα 130 χλμ. τον δεύτερο, μόλις 70 χλμ. τον 3ο μήνα και προσπάθησα να σώσω την παρτίδα κάνοντας 107 χλμ. τον 4ο μήνα. Από long run τίποτα, μόλις έναν Ημιμαραθώνιο στη Θεσσαλονίκη σε χρόνο 1:42 και τίποτα άλλο. Οπότε ο στόχος άλλαξε. Να τερματίσω έλεγα και όλα καλά… αλλά θα ήθελα κάτω από 4:13 που έκανα πέρυσι, ας είναι και 4:12:59.
Εκείνη ήξερε το άγχος μου
Για κάποιο λόγο μου είχε καρφωθεί το «κάνε κάτω από 4 ώρες» που σε συνδυασμό όμως με το «μεγάλε δεν έχεις κάνει αρκετή προπόνηση» δεν με άφηνε να χαρώ τις στιγμές πριν τον αγώνα. Όσο υπέροχο ήταν που ήμουν μέλος ενός οργανωμένου συλλόγου, σε μία ομαδική αποστολή κλπ. άλλο τόσο άσχημο ήταν η έλλειψη προπόνησης.
Αισθανόμουν άσχημα που δεν μπόρεσα να δουλέψω όσο θα έπρεπε. Λένε ότι το ιδανικό θα είναι να πας το δεύτερο μισό καλύτερα από το πρώτο μισό του αγώνα. Το θεωρούσα ακατόρθωτο (και το θεωρώ ακόμα). Σκέφτηκα ότι, όσο και συντηρητικά να πάω στην αρχή, θα μείνω από δυνάμεις και δύσκολο να έχω κάτι να δώσω στο τέλος. Αποφάσισα να πάω γρήγορα (για τα δικά μου δεδομένα) στην αρχή… και όσο αντέξω.
Και πήγα καλά περνώντας από το 21ο χλμ. σε 1:47. Αλλά φυσικά μετά δεν υπήρχαν δυνάμεις και ο ρυθμός έπεσε. Δεν του έκανα όμως τη χάρη. Τα έδωσα όλα. Και αυτό είναι που με κάνει τώρα να είμαι τόσο χαρούμενος. Ότι στον αγώνα αυτόν πάλεψα πολύ (με τον εαυτό μου) και νίκησα.
Έτρεχα… και πάλευα με τις σκέψεις μου
Ιδίως μετά το 25ο χλμ. Ήταν μακρύ ταξίδι, οπότε σκέφτηκα πολύ. Σκεφτόμουν τα 3 μου παιδιά και πόσο θα ήθελα κάποτε να τρέξω με τον γιο μου παρέα. Σκεφτόμουν τα ταξίδια μου με το ποδήλατο στην Ευρώπη, στην Ελλάδα. Όσα έκανα και όσα ακολουθήσουν. Σκεφτόμουν τα 1200 χλμ. στη Γαλλία, στο Παρίσι-Βρέστη-Παρίσι το 2015… όμως αυτό που βίωνα εκείνη τη στιγμή ήταν δυσκολότερο.
Οι σκέψεις διαδέχονταν η μία την άλλη. Σκεφτόμουν τα δύο χρονάκια στις ειδικές δυνάμεις και τα άλματα με τα αλεξίπτωτα και εκεί μπορώ να πω ότι έπαιρνα κουράγιο, ένιωθα για λίγο άτρωτος σαν να ήμουν πάλι 22 χρονών. Εκείνη η περίοδος ήταν από τις καλύτερες της ζωής μου… Σύντομα όμως ξανάπεφτε ο ρυθμός μου και τότε άλλαζα σκέψη.
Σκεφτόμουν τη μάνα μου που ακόμα και σήμερα συγκινείται όταν με βλέπει να καταφέρνω αθλητικά κάτι το οποίο το θεωρεί «δύσκολο» ή «κουραστικό». Που ακόμα και σήμερα αν τύχει και διανυκτερεύσω στο πατρικό πριν από κάποιο brevet , θα μου ετοιμάσει τοστ, μπάρες, ξηρούς καρπούς για να πάρω μαζί σαν τότε που ήμουν παιδάκι και μου ετοίμαζε την τσάντα μου για το σχολείο.
Σκεφτόμουν τη γιαγιά μου, που της πήγαινα τα κύπελλα και τα μετάλλια μικρός από τους αγώνες του καγιάκ και εκείνη τα έβαζε στη σάλα, σαν μπιμπελό. Έβγαλα συμπέρασμα ότι όσο και αν μεγαλώνουμε, μέσα μας μένουμε πάντα παιδιά.
Και έβλεπα τα παιδάκια με τα χέρια σηκωμένα στις άκρες του δρόμου να θέλουν να τους κάνεις «κόλα το» και σκεφτόμουν πάλι τα τρία μου παιδιά.
Υπήρχαν πολλές στιγμές με πόνο… Bλέπετε το τρέξιμο δεν είναι ποδηλασία, να αφήσεις έστω και για λίγο τα πόδια σου από τα πετάλια και να τσουλήσεις στην κατηφόρα ή να σηκωθείς λίγο ορθοπέταλο ή να αλλάξεις λαβή στο τιμόνι. Υπήρχε πόνος στα τελευταία χιλιόμετρα σε κάθε βήμα. Πιστεύω ότι είναι κάτι που το βίωσαν όλοι, γρήγοροι και αργοί.
Υπήρχαν πολλές στιγμές που έτρεχα με σχεδόν κλειστά μάτια αλλά επίσης και κάποιες αστείες, όπως πχ. όταν κάποια στιγμή πέρασα κάποιον Κενυάτη δρομέα. Μέσα στη ζάλη του αγώνα, σε ένα άθλημα που οι Κενυάτες πρωτοστατούν, το να περνάω κάποιον (ακόμα και αν αυτός ήταν περαστικός) ήταν κάτι παράξενο, σχεδόν αστείο. Ήταν σαν κάποιος να μου κάνει πλάκα.
Όπως παράξενο ήταν που είχα κάποιον μπροστά μου που έτρεχε ξυπόλυτος και δεν μπορούσα και ούτε μπόρεσα να τον φτάσω ποτέ. Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά σκέφτηκα. Τι και αν εγώ φορούσα παπούτσια…
Επίσης σκεφτόμουν τον φίλο μου τον Κρασαδάκη που πρόσφατα έγινε πατέρας αλλά πάντα απρόβλεπτος, μας είχε αφήσει λίγους μήνες πριν. Την Κυριακή ο Γιώργος σίγουρα θα ήταν εθελοντής με τη μηχανή του. Επίσης, τον είχε τρέξει τον αγώνα στο παρελθόν. Ήταν ψυχάρα ο Γιώργος. Τον αγαπούσα πολύ.
Γενικά, σκεφτόμουν διάφορα…
Δεν ξέρω αν τον βίωσα τον αγώνα πιο δύσκολα από τους άλλους δρομείς. Θεωρώ ότι όλοι αργοί ή γρήγοροι, δίνουν μια μάχη με τις σκέψεις τους για πολλές ώρες. Σκέφτηκα και άλλα πράγματα, πολλά, όμως οι σκέψεις μου κατέληγαν σε εκείνη. Στα ποδηλατικά ταξίδια που έχουμε κάνει παρέα στην Ευρώπη. Σε αυτά που σχεδιάζουμε να κάνουμε στο μέλλον. Στην όμορφη οικογένεια που μου έχει χαρίσει και στην ωραία ζωή που ζούμε. Στο πόσο πλούσιος από ευτυχία, εικόνες, εμπειρίες, συναισθήματα αισθάνομαι στο παρόν. Σκεφτόμουν πόσο τυχερός είμαι!
Σκεφτόμουν συγχρόνως παρελθόν, παρόν και μέλλον και έτρεχα με σκοπό να της δώσω το κλαδάκι της ελιάς και να συνεχίσω προς τον τερματισμό.
Από την άλλη μεριά, και εκείνη φαίνεται, δεν ήταν και στα πολύ καλά της. Είχε τελειώσει τον δικό της αγώνα των 10χλμ. και με περίμενε εκεί, στην Ηρώδου Αττικού. Με περίμενε λίγο πριν το τερματισμό και παρακολουθούσε από την ειδική εφαρμογή του κινητού της την πορεία μου και τον χρόνο μου, ο οποίος παραήταν καλός για την προετοιμασία που είχα κάνει. Θεωρώ ότι είχε ενθουσιαστεί. Τίποτα δεν την κρατούσε. Δίπλα της ο νέος μας φίλος ο Στέλιος με τα δύο του παιδιά, περίμεναν να δουν τη δικιά τους ηρωίδα, την Δώρα. «Θέλω να τρέξω κι εγώ μαζί του», του λέει.
Δώσε μου την τσάντα σου και πήδα, της λέει ο Στέλιος. Και εκείνη πέρασε τα κάγκελα και βρέθηκε στον δρόμο. Δεν ήταν καμία πρωτοτυπία. Δεν χρειάζεται κάτι να είναι πρωτότυπο για να γίνει ανεκτίμητο. Φτάνει μόνο να είναι αληθινό.
Έτσι και στον Μαραθώνιο, πολλοί τερματίζουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Συνήθως κάποιοι τερματίζουν με τα παιδιά τους. Απλά εγώ… δεν το περίμενα. Με το που φτάνω και τη βλέπω εκεί, «πάμε μαζί» μου λέει. Και ξαφνικά τρέχουμε μαζί αυξάνοντας ρυθμό. Και η μία έκπληξη διαδέχεται την άλλη. Αρχίζει να μου φωνάζει: «Μπράβο, τα πας τέλεια, έχεις κάνει πολύ καλό χρόνο, σούπερ, άλλο λίγο έμεινε, δώσε». Και ανεβάζαμε συνεχώς ρυθμό πιασμένοι χέρι χέρι. Ένα σπριντ μοναδικό. Από τα όρια της εξάντλησης, στην υπέρβαση του σπριντ. Χέρι-χέρι…και από το άλλο χέρι κρατούσα το κλαδάκι. Έτρεχε φωνάζοντας ταυτόχρονα, με ένα πάθος που θα μου μείνει αξέχαστο. Με ένα πάθος που τη χαρακτηρίζει. Όσο έντονα βίωσα τον αγώνα τις πρώτες 3:46 ώρες, άλλο τόσο βίωσα και αυτό το τελευταίο 1 λεπτό. Αυτή η εικόνα θαρρώ πως δεν θα σβήσει ποτέ από τη μνήμη μου. Ο χρόνος έγραψε 3:47. Είκοσι έξι λεπτά καλύτερα από πέρυσι. Αλλά τι σημασία έχει πλέον. Και τι σημασία είχε και τότε. Ίσως καμία.
Ο χρόνος τερματισμού – θεωρώ – έχει σημασία, μόνο για τον ίδιο τον αθλητή. Για τους δικούς του λόγους. Ευτυχώς ή δυστυχώς αντικατοπτρίζει το αν και πόσο δουλέψαμε, αν και πόσο τεμπελιάσαμε, παχύναμε,… γεράσαμε σε σχέση με το παρελθόν.
Και ίσως όχι για όλους τους αθλητές αλλά ίσως για κάποιους σαν κι εμένα, που θέλουν να αισθάνονται πάντα παιδιά. Κάπου διάβασα ότι η ζωή είναι στιγμές και εμείς είμαστε συλλέκτες… ή κάτι τέτοιο.
Και εγώ φέτος στον 35ο Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας, στα 39 μου, έζησα μεγάλες στιγμές! Και έχω πολύ όρεξη και για ακόμα περισσότερες.